- τετραβράγχια
- τα, Νζωολ. υφομοταξία κεφαλόποδων μαλακίων.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. tetrabranchia < τετρ(α)-* + βράγχια. Η λ. μαρτυρείται από το 1885 στο περιοδικό Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως].
Dictionary of Greek. 2013.